10 Ιουλίου , 2017

Επικοινωνιακό «παιγνίδι» για τις μειονότητες – του Αλέξη Αλεξανδρή

ΕΣΤΙΑ

Ημερησία εφημερίς

1 – 2 Ιουλίου 2017,

ΕΔΩ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΣ

 

Επικοινωνιακό «παιγνίδι» για τις μειονότητες

 Του πρέσβη επί τιμή κ. Αλέξη Αλεξανδρή

Η καταδίκη εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης της ανάγνωσης του Κορανίου και της τέλεσης  προσευχής παρουσία του επικεφαλής της Προεδρίας Θρησκευτικών Υποθέσεων της τουρκικής πρωθυπουργίας εντός του μουσείου της Αγίας Σοφίας έδωσε την ευκαιρία στην τουρκική πλευρά να αντιστρέψει τους όρους εγείροντας, για μια ακόμη φορά,  θέμα  «μουσουλμανικής τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα». Συγκεκριμένα, με την υπ. αριθ. 203/23.6.2017 ανακοίνωση το τουρκικό ΥΠΕΞ ισχυρίζεται ότι η Ελλάδα δεν σέβεται τις θρησκευτικές ελευθερίες των μειονοτήτων και ισχυρίζεται: «οι ελληνικές Αρχές ασκούν στην μουσουλμανική ‘’τουρκική’’ μειονότητα της Ελλάδας αυξανόμενη πίεση, καταθέτουν νόμους ενάντια στους εκλεγμένους μουφτήδες επειδή αυτοί επιτελούν τις φυσικές τους αρμοδιότητες». Η ελληνική απάντηση υπήρξε άμεση αλλά λακωνική και γενικής υφής: « Όταν χάνεις το μέτρο ως προς την προστασία των θρησκευτικών ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τότε δυστυχώς κοιτάζεις στο εσωτερικό σου και βλέπεις γείτονες. Η Τουρκία κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια».

Με τον τρόπο αυτό συνεχίζεται το ατέρμονο διπλωματικό παιγνίδι «μια σου και μια μου»  στο πλαίσιο μιας σχέσης, στην ουσία, ανταγωνιστικής αλληλεξάρτησης. Το θέμα για την ελληνική πλευρά είναι ότι μέσα από αυτή τη διαδικασία ανταλλαγής ανακοινώσεων δημιουργείται ένα αθροιστικά ασύμμετρο παίγνιο στρατηγικής μορφής που διαστρεβλώνει και μετατρέπει την ελληνοτουρκική μειονοτική υπόθεση  σε μονομερές ζήτημα «τουρκομουσουλμάνων  της Δυτικής Θράκης».  Η τουρκική πλευρά προωθεί επικοινωνιακά την εικόνα μιας χώρας που έχει κάνει πολλά σημαντικά βήματα για τις μη μουσουλμανικές μειονότητες της, ενώ ταυτόχρονα καταγγέλλει την Ελλάδα για επιβολή καθεστώτος δεύτερης κατηγορίας στους μουσουλμάνους πολίτες της στον εκπαιδευτικό, θρησκευτικό και οικονομικό τομέα, όπως ευθαρσώς δήλωσε στα Αρριανά της Ροδόπης ο δυτικοθρακιώτης Τούρκος Υπουργός Εργασίας Μεχμέτ Μουεζίνογλου κατά τη διάρκεια της πρόσφατής «ιδιωτικής» επίσκεψης στη Θράκη του πρωθυπουργού της Τουρκίας Μπιναλί Γιλντιρίμ. Η προδραστική διπλωματική προσέγγιση στο μειονοτικό ζήτημα έχει εργαλειοποιηθεί από το τουρκικό ΥΠΕΞ, με αποτέλεσμα η ελληνική πλευρά να καταναλώνει μεγάλο μέρος της ενέργειας της στο να αντιδρά στην καταγγελτική ρητορική της Τουρκίας, η οποία, όπως διαφάνηκε κατά την εν λόγω επίσκεψη Γιλντιρίμ, στοχεύει στην καθιέρωση ρόλου Μητέρας Πατρίδας και προστάτιδας των «Τούρκων της Δυτικής Θράκης».

Αντιμέτωπη με την επιθετική τουρκική διπλωματία στο μειονοτικό η Ελλάδα δυσκολεύεται να προβάλει με αποτελεσματικότητα και διεθνή απήχηση τις πραγματικές συνθήκες ανεξιθρησκείας που επικρατούν στη σημερινή ελληνική Θράκη. Διερωτώμαι πια θα ήταν η αντίδραση του Τούρκου ΥΠΕΞ αν μετά την ανωτέρω ανακοίνωση της Τουρκίας, ο έλληνας ομόλογος του, στο πλαίσιο της καλής και ειλικρινούς επικοινωνίας που διατηρούν, του πρόσφερε μέσω του πρέσβη μας στην Άγκυρα  ένα ανάτυπο του εξαιρετικού τρίγλωσσου (ελληνικά, τουρκικά, αγγλικά)  βιβλίου «Μουσουλμανικά μνημεία της Δ. Θράκης, Ελλάδα» με τις καταπληκτικές φωτογραφίες της μουσουλμανικής θρησκευτικοκοινωνικής ζωής στη Θράκη. Στο βιβλίο αυτό, που ετοιμάστηκε πριν μερικά χρόνια με μεγάλη επιμέλεια από ομάδα νέων μουσουλμάνων υποστηρικτών του τοπικού θρακικού Ισλάμ με τη βοήθεια διακεκριμένων θεολόγων των τριών μουφτειών, συγκεντρώνονται φωτογραφίες της μεγάλης πλειονότητας των τεμενών και άλλων ισλαμικών μνημείων της ελληνικής Θράκης, που πιστοποιούν την μουσουλμανική παρουσία και την ειρηνική και εποικοδομητική συμβίωση των χριστιανών και μουσουλμάνων της περιοχής. Θα μπορούσε δε στην αφιέρωση του ο έλληνας Υπουργός να γράψει «Μερικές φορές μια φωτογραφία αξίζει όσο και χίλιες λέξεις».  Δυστυχώς, εκατοντάδες αντίτυπα του βιβλίου αυτού βρίσκονται  αναξιοποίητα καταχωνιασμένα στα υπόγεια των μουφτειών.

Ένα άλλο άκρως ενδιαφέρον σημείο στην τουρκική ανακοίνωση είναι η αναφορά στους εκλεγμένους μουφτήδες, δηλαδή τους υποστηριζόμενους  ποικιλοτρόπως από το τουρκικό Γενικό Προξενείο της Κομοτηνής θρησκευτικούς λειτουργούς, που με ζήλο και προκλητικότητα προωθούν στην ελληνική Θράκη το τουρκικό πολιτικό και εθνικιστικό  μοντέλο του Ισλάμ. Η αξίωση για την εκλογή μουφτήδων με καθολική ψηφοφορία του συνόλου των μουσουλμάνων πιστών είναι τόσο σαθρή (δηλαδή στην ουσία εκλογή πολιτικού μουφτή) που δεν εφαρμόζεται πουθενά στον κόσμο και σίγουρα όχι στην Τουρκία. Αναφορικά με την Τουρκία, πρέπει να σημειωθεί ότι ο κάθε ένας εκ των 81 νομών της χώρας έχει τον δικό της διορισμένο μουφτή, τον οποίο η τουρκική κυβέρνηση έχει το δικαίωμα να τον μεταθέσει ή να τον απολύσει ανά πάσα στιγμή. Είναι γνωστό ότι μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου 2016, μεγάλο μέρος των μουφτήδων εκδιώχθηκε και πολλοί εξ αυτών, όπως ο μουφτής του Ερζερούμ, οδηγήθηκαν στη φυλακή με την κατηγορία ότι ανήκουν στο κίνημα «χιζμέτ» του Φετουλλάχ Γκιουλέν. Αξίζει να διερευνηθεί το σύστημα διορισμού των μουφτήδων από την τουρκική κυβέρνηση σε μεγαλύτερο βάθος, καθώς και η διαδικασία ανάδειξης του επικεφαλής της ανώτερης Ισλαμικής θρησκευτικής αρχής, της Προεδρίας Θρησκευτικών Υποθέσεων, (Diyanet İşleri Başkanlığı). Ειρήσθω εν παρόδω ότι ο Τούρκος ηγέτης Ερντογάν είχε διορίσει το 2003 ως πρόεδρο του Ντιγιανέτ τον θεολόγο Αλί Μπαϊρακτάρογλου, τον οποίο αποφάσισε να  αντικαταστήσει οκτώ χρόνια αργότερα όταν ενοχλήθηκε, μεταξύ άλλων, από τη στάση του στο θέμα της μαντιλοφορίας. Έτσι, στις 11 Νοεμβρίου 2010, ο αρμόδιος Υπουργός για θρησκευτικές υποθέσεις Φαρούκ Τσελίκ διόρισε νέο πρόεδρο Θρησκευτικών Υποθέσεων  τον θεολόγο Μεχμέτ Γιορμέζ.

Όσον αφορά στην ομογένεια στην Κωνσταντινούπολη και την Ίμβρο, ο Γιλντιρίμ απευθυνόμενος στους μουσουλμάνους της Θράκης κατά την εκεί πρόσφατη επίσκεψή του, είπε ότι «εμείς κάναμε το καθήκον μας (δηλαδή έναντι της ελληνικής μειονότητας),  τώρα είναι η σειρά της Ελλάδας». Εδώ η τουρκική πλευρά δεν λέει καν την μισή αλήθεια. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κατά τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης Ερντογάν έγιναν συγκεκριμένα βήματα αποκατάστασης κάποιων εκ των αδικιών του παρελθόντος. Επεστράφησαν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και στην ομογένεια αρκετά από τα ακίνητα που είχαν σφετερισθεί στο παρελθόν προηγούμενες κεμαλικές κυβερνήσεις. Επετράπη η επαναλειτουργία μειονοτικών σχολείων στην Ίμβρο. Πραγματοποιήθηκαν εκλογές σε μεγάλο μέρος των ελληνικών κοινοτήτων.  Καταργήθηκε η περιβόητη ανθελληνική Ειδική Επιτροπή Μειονοτήτων που από την ίδρυση της το 1962 ταλαιπώρησε τις διοικήσεις των μη μουσουλμανικών βακουφικών επιτροπών και ώθησε πολλούς μειονοτικούς να εγκαταλείψουν την Τουρκία. Καθιερώθηκε ένας εποικοδομητικός διάλογος του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ με τις ηγεσίες των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων, αιρετός εκπρόσωπος των οποίων συμμετέχει πλέον ως μέλος στο διοικητικό συμβούλιο της Γενικής Διεύθυνσης Βακουφίων.  Τα ελληνορθόδοξα ευαγή ιδρύματα απέκτησαν οικονομική άνεση και σε ορισμένες  περιπτώσεις ακόμη και οικονομική ευμάρεια.

Παραμένουν ωστόσο άλυτα ακόμη μεγάλα και σοβαρά αιτήματα της ρωμιορθόδοξης μειονότητας με πρώτο τη συνεχιζόμενη απαγόρευση της λειτουργίας της Θεολογικής Σχολής Χάλκης. Παραβίαση των θρησκευτικών ελευθεριών συνιστά ο χαρακτηρισμός του συνόλου των ιστορικών μοναστηριών των Πριγκηπόννησων ως «κατειλημμένα» ευαγή ιδρύματα  προκειμένου να ελέγχεται η διοίκηση και ακίνητή τους περιουσία από μουσουλμάνους Τούρκους επιτρόπους διορισμένους από το Κράτος. Από την άποψη εσωτερικής τουρκικής έννομης τάξης, το Οικουμενικό Πατριαρχείο συνεχίζει να αποτελεί «ίδρυμα – φάντασμα», αφού δεν του αναγνωρίζεται επίσημη νομική προσωπικότητα. Η μη διενέργεια βακουφικών εκλογών στα πλουσιότερα ευαγή ιδρύματα της ελληνικής μειονότητας, όπως τα Νοσοκομεία Βαλουκλή, αποτελεί ένα από τα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζει ακόμη και σήμερα η ελληνική μειονότητα. Πώς μια χώρα που ισχυρίζεται ότι σέβεται τις θρησκευτικές μειονότητες επιτρέπει και ενισχύει ποικιλοτρόπως τη λειτουργία «πειρατικής», χωρίς ποίμνιο, τουρκορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία διοικείται εδώ και τρεις γενεές από άτομα μιας και μόνο οικογένειας που έχει σφετεριστεί αυθαίρετα και βίαια τρείς εκκλησίες της ομογένειας στην περιοχή του Γαλατά χωρίς να διατηρεί καμία σχέση με την Ορθοδοξία ή ακόμη βασικές γνώσεις σχετικά με την χριστιανική θρησκεία;

 Συνεχίζεται λοιπόν το ελληνοτουρκικό επικοινωνιακό παιγνίδι στο ζήτημα των μειονοτήτων και δυστυχώς φαίνεται να υπερισχύει εκείνος που παρουσιάζει καλύτερα την εικονική πραγματικότητα παρά το αναμφισβήτητο γεγονός ότι οι ισάριθμες την εποχή της υπογραφής της Συνθήκης της Λωζάννης εκατέρωθεν μειονότητες αριθμούν σήμερα γύρω στους 3.000 ομογενείς στην Τουρκία και άνω των 120.000 μουσουλμάνοι στην Θράκη, οι οποίοι εκπροσωπούνται στην ελληνική Βουλή με τέσσερεις μουσουλμάνους εκπροσώπους τους.

Print Friendly, PDF & Email
Φοιτητική Εστία Πανεπιστημίου Αθηνών, ΦΕΠΑ